Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2016

ΛΑΟΣ ΚΑΙ ΕΘΝΗ

Αrt1844 Κυριακή 16 Οκτωβρίου2016

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩ Ν
ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΛΑΟΣ ΚΑΙ ΕΘΝΟΣ
ΦΟΙΤΗΤΗΣ: ΠΑΞΙΒΑΝΑΚΗΣ ΚΩ ΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ
2009-2010


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
1. Εισαγωγή ....3
2. Λαός ..........4
2.1. Ο Λαός ως ευρεία έννοια......4
2.2 Ο Λαός ως στενή έννοια.......5
2.2.1 Τα μέσα άσκησης της πολιτικής εξουσίας από το Λαό......................7
2.2.2 Οι αρμοδιότητες του Λαού .............7

3. Έθνος ..................................................................................................................12
3.1 Εισαγωγή στην έννοια του έθνους.....................................................................12
3.2 Η συνταγματική έννοια του έθνους ...................................................................13
3.3 Τα έθνη ως πολιτισμικές και πολιτικές κοινότητες ...........................................13
4. Περίληψη – Συμπεράσματα.....................................................................................16
5. Conclusion – Summary............................................................................................16
Βιβλιογραφία ...............................................................................................................17

1. Εισαγωγή
Λαός και έθνος. Οι δύο αυτές έννοιες είναι πολύ σημαντικές και γι’ αυτό δεν
είναι τυχαίο το γεγονός ότι η αντίστοιχη έννοια υπάρχει σε κάθε γλώσσα. Σχεδόν
κάθε άτομο ανήκει σε ένα Λαό και ένα έθνος. Προκειμένου όμως να αναλύσουμε τις
δύο αυτές έννοιες είναι αναγκαίο να τις εξετάσουμε κατ’ αρχάς ξεχωριστά. Είναι
σημαντικό όμως να γνωρίζουμε από την αρχή ότι Λαός και έθνος δεν ταυτίζονται
ούτε όμως και διαφέρουν, καθώς υπάρχουν έθνη που εμπεριέχουν πολλούς λαούς
(Αραβικά έθνη) αλλά και λαοί που αποτελούνται από πολλά έθνη (π.χ. ΗΠΑ).
Αρχικά είναι εύλογο να προσπαθήσουμε να αναλύσουμε την έννοια του λαού
εξονυχιστικά. Ο λαός είναι το κύτταρο του πολιτεύματος, πιο συγκεκριμένα το
κύτταρο του δημοκρατικού πολιτεύματος αφού αυτός είναι που του δίνει ζωή και
νόημα. Ο Λαός είναι το ανώτατο όργανο του δημοκρατικού πολιτεύματος και η
ανώτατη αρχή καθώς αυτός είναι που με τις εκλογές ψηφίζει του αντιπροσώπους που
θα κυβερνούν. Είναι κυρίαρχο όργανο του κράτους, κάτι που βέβαια δε θα μπορούσε
να παραλείπεται από το σύνταγμα το οποίο επιβεβαιώνει την άποψή μας
τοποθετώντας τον στο υψηλότερο βάθρο του κράτους με το άρθρ.1 παρ.2 και άρθρ.51
παρ.3.

Προκειμένου όμως να συνεχίσουμε την έρευνά μας θα πρέπει να κάνουμε μια
σημαντική διάκριση του Λαού, ευρέως γνωστή και αποδεκτή. Ο Λαός γίνεται
αντιληπτός τόσο με τη στενή όσο και με την ευρεία έννοια. Ο Λαός με την ευρεία
έννοια εννοείται ο Λαός ως στοιχείο του κράτους ενώ με τη στενή έννοια ως όργανο
του κράτους.


2. Λαός

2.1. Ο Λαός ως ευρεία έννοια

Καταρχάς είναι ορθό πρώτα να αναλύσουμε την ευρεία έννοια του Λαού. Ο
Λαός ως στοιχείο του κράτους περιλαμβάνει όλους τους πολίτες που έχουν την
ελληνική ιθαγένεια. «Η ιθαγένεια είναι ο μόνιμος δεσμός δημοσίου δικαίου που
διαμορφώνεται μεταξύ ατόμου και κράτους»i. Σχετικά με την κτήση της ελληνικής
ιθαγένειας το σύνταγμα αναφέρεται τόσο στο αρθρ.4 παρ.3 και αλλά και ειδικότερα
στο αρθρ.105. Η ελληνική ιθαγένεια είναι βέβαια αναγκαίο προσόν τόσο για την
άσκηση συνταγματικών δικαιωμάτων (αρθρ.4 παρ.4), όσο και υποχρεώσεων. Οι
υποχρώσεις αυτές είναι η φορολογική (αρθρ.4 παρ.5), η στρατιωτική (αρθρ.4 παρ.6)
αλλά και η υποχρέωση, που είναι αυτονόητη και ρητή, η οποία έχει να κάνει με το
σεβασμό στο σύνταγμα και στους νόμους και με την αφοσίωση στην δημοκρατία και
την πατρίδα (αρθρ.120 παρ.2) καθώς και η υποχρέωση αντίστασης. Ακόμη η
ιθαγένεια ως νομική έννοια είναι ανεξάρτητη από φύλλο, ηλικία, θρησκεία και
εθνικότητα.

Έχουν βέβαια προκύψει και άλλες απόψεις περί λαού παραπλήσιες με αυτές
που προαναφέραμε. ιατυπώνεται λοιπόν ως απάντηση στο ερώτημα «ποιοι
συγκρατούν το λαό», «ο δήμος». Και όταν αναφέρεται στο δήμο ο συγγραφέας εννοεί
το «Λαό» και αναφέρεται αναμφίβολα σε «όλους», δηλαδή σε ολόκληρο τον
πληθυσμό. Στην πράξη ωστόσο όλα τα δημοκρατικά συστήματα περιόρισαν την
πολιτική συμμετοχή. Επιπρόσθετα με τη λέξη δήμος ο συγγραφέας αναφέρεται στις
μη προνομιούχες και κατά κανόνα ακτήμονες μάζεςii. Οι περισσότεροι δέχονται ότι
«Λαός» σημαίνει όλους τους ενήλικους πολίτες, κάτι το οποίο μπορεί να θεωρηθεί
ένα ενιαίο συνεκτικό σώμα που συγκροτεί το συλλογικό συμφέρον. Έτσι στην
περίπτωση αυτή ο Λαός είναι ένας και αδιαίρετος. Αυτό οδηγεί στην άποψη του
Rousseau που επικεντρώνεται στη «γενική βούληση». Μια άλλη άποψη διατυπώνει
ότι Λαός στην πράξη σημαίνει την πλειοψηφία. Στην περίπτωση αυτή, η βούληση της
πλειοψηφίας επικρατεί της βούλησης της μειοψηφίας. Μια τελευταία άποψη περί
λαού, θεωρεί τον Λαό άθροισμα ελεύθερων και ίσων ατόμων καθένα από τα οποία
έχει δικαίωμα να λαμβάνει αυτόνομα αποφάσεις, μια άποψη που συγκρούεται με
κάθε μορφή πλειοψηφισμού.
i δημητρόπουλος Α., Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους.
ii Andrew Heywood, Εισαγωγή στην Πολιτική.

2.2 Ο Λαός ως στενή έννοια

Αφού εξετάσαμε το Λαό υπό την ευρεία του διάσταση πρέπει τώρα να τον
ορίσουμε και ως προς τη στενή του διάσταση, ούτως ώστε η αντίληψή μας για την
κεφαλαιώδη αυτή έννοια να είναι περισσότερο ξεκάθαρη και επιστημονική. Όταν
αναφερόμαστε στο Λαό υπό την στενή έννοια, εννοούμε το Λαό ως ψηφιστικό
όργανο και μάλιστα ανώτατο, είναι το σύνολο των πολιτών που έχουν εκλογικό
δικαίωμα. Ο άνθρωπος εμφανίζεται ως homo politicus, homo economicus και homo
sociologusiii. Η πολιτική δραστηριότητα είναι επομένως πολύ βασική, ειδικά σε ένα
δημοκρατικό καθεστώς του οποίου βασικό στοιχείο είναι η συμμετοχή του Λαού στη
πολιτική ζωή της χώρας. Χωρίς τη συμμετοχή του Λαού δεν υπάρχει δημοκρατία. Η
δημοκρατία λοιπόν βασίζεται στον πολίτη και ας μην ξεχνάμε τι γράφει ο
Θουκυδίδης στον Επιτάφιο του Περικλή. «Μόνοι γαρ…..αλλ’ αχρείον νομίζομεν»
αλά και τον Αριστοτέλη όταν αναφέρεται στο «όλον» και στο «μέρος». Σε γενικές
γραμμές τα πολιτικά δικαιώματα στις μέρες μας είναι το εκλέγειν και εκλέγεσθαι, η
ελευθερία πολιτικής σκέψης και έκφρασης, η συμμετοχή στην πολιτική ζωή, η
υποχρέωση της αντίστασης σε κάθε τι αντεθνικό και αντισυνταγματικό αλλά και η
ανάληψη δημοσίων αξιωμάτων.

Παραμένοντας στη στενή έννοια του Λαού, τον Λαό δηλαδή ως εκλογικό
σώμα και ανώτατο κρατικό όργανο, είναι χρήσιμο να παραθέσουμε τις δύο
προϋποθέσεις που πρέπει να πληροί ένα άτομο προκειμένου να ανήκει στο εκλογικό
σώμα (αρθρ.51 παρ.3). Θα πρέπει λοιπόν να έχει συμπληρωθεί το ανώτατο όριο
ηλικίας και να έχει το άτομο δικαιοπρακτική ικανότητα. Ο Λαός ως όργανο είναι
άμεσο και αυτοτελές. Άμεσο γιατί προβλέπεται από το σύνταγμα και αυτοτελές γιατί
μπορεί από μόνο του να εκφράσει τη βούλησή του. Επίσης στη σύγχρονη εποχή
μπορούμε να μιλήσουμε και για έναν Λαό ποιότητας, με την έννοια ότι με την άνοδο
του βιοτικού επιπέδου, με τη σύμπραξη των Μ.Μ.Ε αλλά και την εξασφάλιση μιας
καλής παιδείας ο Λαός αποκτά μια ποιότητα τόσο από πολιτική άποψη όσο και από
κοινωνική.

Ας θυμηθούμε ότι ο Λαός, υπό τη στενή έννοια, είναι ανώτατο κρατικό
όργανο, κάτι που το συμπεραίνουμε από την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας. Η αρχή
αυτή επιβεβαιώνεται και από το σύνταγμα με το αρθρ.1 παρ.2,3. Καταλαβαίνουμε
έτσι τη βασική αρχή της δημοκρατίας, τα γεγονός δηλαδή ότι η εξουσία όχι μόνο
iii δημητρόπουλος Α., Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους.
πηγάζει αλλά και ασκείται από το Λαό, όταν βέβαια μιλάμε για την πραγματική
δημοκρατία. Και όταν λέω «πραγματική ημοκρατία» αναφέρομαι στις, από το
σύνταγμα, επιτρεπόμενες δημοκρατικές διαδικασίες (π.χ. εκλογές, δημοψήφισμα) που
πρέπει να γίνονται σε ένα ορθό δημοκρατικό πολίτευμα. Μάλιστα να μη ξεχνάμε ότι
σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα ισχύει και το τεκμήριο της αρμοδιότητας αλλά και το
γεγονός ότι οι αρμοδιότητες του Λαού δεν περιορίζονται σε ότι τους έχει αναθέσει ο
συντακτικός νομοθέτης ρητά στο σύνταγμα.

Στη ουσία όταν αναφερόμαστε στο Λαό με τη στενή έννοια εννοούμε το
εκλογικό σώμα, το σύνολο δηλαδή των πολιτών που έχουν το εκλογικό δικαίωμα.
Πρπει όμως αρχικά να γίνει αντιληπτή μια σημαντική λεπτομέρεια. Ο Λαός, αν και
πολλοί το πιστεύουν και το εκφράζουν, ουδέποτε υπήρξε πολιτική ενότητα iv. Αυτή η
άποψη αποτελεί μια πλασματική αρχή με την οποία υποτίθεται ότι ο Λαός μόνο ως
ενότητα μπορεί να αντιπροσωπευθεί. Αυτή βέβαια η θεώρηση όχι μόνο δεν αποτελεί
την πραγματικότητα αλλά και οδηγεί στην απομάκρυνση του Λαού από το πολιτικό
γίγνεσθαι. Αντίθετα, ο Λαός αποτελεί πολιτική ολότητα, δηλαδή τα τμήματά του
όπως είναι λογικό αλλά και όπως αποδεικνύεται από την ιστορία, είχαν συχνά
αντίθετες πολιτικές απόψεις οι οποίες όμως καλώς υπήρχαν γιατί με τον τρόπο αυτό
αυξάνονται οι πολιτικές επιλογές του καθενός αλλά και εδραιώνεται η δημοκρατία
αφού ο καθένας μαθαίνει να υποστηρίζει τα πιστεύω του. Επιπλέον, είναι γεγονός το
ότι οι αντίθετες αυτές πολιτικές απόψεις αλληλοαπωθούνται και αλληλοέλκονται,
αποτελούν δηλαδή ένα σύνολο, ένα «όλον» που εμπεριέχει κάθε τμήμα του Λαού.

Βέβαια είναι εύλογο ότι μία μόνο από τις αρχές (ολότητας ή ενότητας) μπορεί
να ισχύει αφού η μία απωθεί την άλλη. Είναι λοιπόν φανερό το ότι στο δικό μας
πολιτικό σύστημα με τη συνταγματική αναγνώριση των πολιτικών κομμάτων ισχύει η
αρχή της ολότητας. Επίσης με την ρητή αναφορά της αντιπολίτευσης στο σύνταγμα
μπορούμε να συμπεράνουμε ότι στη χώρα μας ο Λαός δεν αντιπροσωπεύεται ως
ενότητα αλλά σε τμήματα τα οποία μαζί αποτελούν ολότητα.

Προκύπτει λοιπόν ότι από τη μία πλευρά ο Λαός ταυτίζεται με τα πολιτικά
κόμματα αλλά και το ότι τα πολιτικά κόμματα ταυτίζονται με το Λαό, με την έννοια
ότι κάθε πολίτης συμμετέχει στον πολιτικό στίβο είτε ως μέλος κάποιου κόμματος,
είτε ως οπαδός, είτε ως ψηφοφόρος. Υπάρχει βέβαια και ένα ποσοστό του Λαού του
οποίου οι απόψεις δεν αντιπροσωπεύονται από κανένα κόμμα. Το τμήμα όμως αυτό
iv δημητρόπουλος Α., Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους.
είναι ομολογουμένως μικρό και οι περισσότεροι Έλληνες εκτελούν ορθά και
επιμελώς τα δημοκρατικά τους καθήκοντα.


2.2.1 Τα μέσα άσκησης της πολιτικής εξουσίας από το Λαό

Επόμενο λοιπόν είναι να ασχοληθούμε με την άσκηση της εξουσίας από το
Λαό και ειδικότερα με τα μέσα άσκησής της. Ο Λαός πράγματι έχει το δικαίωμα να
ασκεί την εξουσία ακόμη και άμεσα, με τη συνταγματική αναγνώριση του
θεμελιώδους θεσμού του δημοψηφίσματος. Συγχρόνως, ο λαός συμμετέχει στην
πολιτική εξουσία και με άλλα μέσα εκτός από το δημοψήφισμα το οποίο είναι
σοιχείο της άμεσης δημοκρατίας και ο πρόεδρος της δημοκρατίας έχει το δικαίωμα
νατο προκηρύξει σύμφωνα με το αρθρ.44, παρ.2 του συντάγματος. Επιπρόσθετα, ο
Λαός είναι υποχρεωμένος να συμμετέχει στις εκλογές (αρθρ.51, παρ.5) οι οποίες και
έχυν δημοψηφισματικό χαρακτήρα. Αυτό συμβαίνει γιατί ο εκλογέας ψηφίζοντας
ταυτίζεται με το πολιτικό πρόγραμμα και την ιδεολογία του κόμματός του,
εκφράζοντας παράλληλα τη θέλησή του. Τέλος, το τρίτο μέσο άσκησης πολιτικής
εξουσίας από το Λαό, είναι οι οργανώσεις των πολιτικών κομμάτων. Με τον τρόπο
αυτό οι οπαδοί κάθε κόμματος έχουν την ελευθερία να συμμετέχουν στην οργάνωση
του κόμματος και να εκφέρουν την άποψή τους. Είναι λοιπόν φανερό ότι ο Λαός
συμμετέχει ουσιαστικά στην πολιτική εξουσία με τις εκλογές. Πολύ περισσότερο
είναι το ανώτατο πολιτικό όργανο αφού καθορίζει την γενική πολιτική της χώρας
(αρθρ.52).


2.2.2 Οι αρμοδιότητες του Λαού

Ο Λαός έχει δύο βασικές αρμοδιότητες. Καταρχήν είναι αναδεικνύον όργανο,

αφού εκλέγει άλλα όργανα αλλά είναι επίσης και ανώτατο κρατικό όργανο αφού

εκλέγει την κυβέρνηση καθορίζοντας έτσι το πολιτικό μέλλον της χώρας. Πολλοί

συνταγματολόγοι προσθέτουν, στο σημείο αυτό, τον θεσμό της Ευρωβουλής του

οποίου τους αντιπροσώπους εκλέγει και πάλι ο Λαός, ορίζοντας έτσι εν μέρει την

πορεία της Ευρώπηςv. Ο Λαός βέβαια εκτός από τις αρμοδιότητες έχει και ορισμένες

πολιτικές εξουσίες. Είναι γεγονός ότι στην κομματική ημοκρατία ο Λαός κατά

v Παντελής Α., Εγχειρίδιο Συνταγματικού δικαίου.


κυριολεξία εκπροσωπείται από τη Βουλή. Εύλογα λοιπόν συμπεραίνουμε ότι με τον

τρόπο αυτό ο ίδιος ο Λαός ασκεί έμμεσα και τη νομοθετική εξουσία. Μάλιστα,

λαμβάνοντας υπόψη και το αρθρ.44, παρ.2 είναι γεγονός ότι ο Λαός ασκεί και ο ίδιος

νομοθετική εξουσία αλλά και συντακτική. Στο συμπέρασμα αυτό οδηγεί και η

συνταγματική αναγνώριση του δημοψηφίσματος.

Με την αναγνώριση λοιπόν του δεσμευτικού δημοψηφίσματος, κάθε κρίσιμο

εθνικό και κοινωνικό θέμα μπορεί να τεθεί σε αυτή τη διαδικασία χωρίς να μπορεί να

αμφισβητηθεί μετατρέποντας το Λαό σε ένα άμεσο κρατικό όργανο. Βέβαια αυτό

ισχύει μόνο για τη νομοθετική εξουσία αφού η συμμετοχή του Λαού στην

εκτελεστική και δικαστική εξουσία είναι ανύπαρκτη. Ειδικότερα, η νομοθετική

αρμοδιότητα του Λαού διακρίνεται σε γενική και ειδική. Όσον αφορά στη γενική, οι

νομοθετικές αρμοδιότητες του Λαού ταυτίζονται με αυτές του κοινοβουλίου. Στην

περίπτωση όμως της ειδικής νομοθετικής αρμοδιότητας, τα ζητήματα που

ρυθμίζονται με δημοψήφισμα περιορίζονται μόνο σε κρίσιμα εθνικά και κοινωνικά

θέματα. Όλα τα άλλα ζητήματα ανήκουν στο κοινοβούλιο (αρθρ.44, παρ.2). Οι

νομοθετικές αρμοδιότητες του κοινοβουλίου και αυτή του Λαού, σύμφωνα με το

ελληνικό σύνταγμα είναι συντρέχουσεςvi, δεδομένου του ότι είναι και τα δύο αρμόδια

για τα ίδια ζητήματα. Κάθε ζήτημα που μπορεί να ρυθμίσει ο νομοθέτης θεωρητικά

μπορεί να τεθεί και σε δημοψήφισμα, εκτός από κάποιες εξαιρέσεις.

Εξαίρεση αποτελούν οι διοικητικές, δικαστικές και κοινοβουλευτικές

αρμοδιότητες της Βουλής και αυτό γιατί οι αρμοδιότητες αυτές δε θεσπίζουν κανόνα

δικαίου, δεν πρόκειται δηλαδή για ρυθμίσεις γενικές και αφηρημένες. Αντιθέτως

προκειμένου να τεθεί κάποιο ζήτημα σε δημοψήφισμα θα πρέπει να περιέχει κανόνα

δικαίου, αφού σύμφωνα με το αρθρ.44, παρ.2 το δημοψήφισμα είναι νομοθετική

διαδικασία παραγωγής κανόνων δικαίου, κανόνων δηλαδή που είναι γενικοί και

αφηρημένοι. Όσον αφορά στη δικαστική εξουσία αυτή είναι αντικείμενο του

δικαστικού σώματος και μόνο. Ο Λαός δεν είναι δικαστικό όργανο και η εξουσία

αυτή δεν είναι πολιτική, επομένως ο Λαός απέχει.

Μια άλλη άποψη υποστηρίζει ότι ο Λαός συμπίπτει με το εκλογικό σώμα ως

άμεσο συλλογικό κρατικό όργανο που ασκεί της συνταγματικά τυποποιημένες

αρμοδιότητεςvii. Επίσης αναφέρει μια σημαντική διάφορά ανάμεσα στην απόκτηση

του εκλογικού δικαιώματος και στην ικανότητα άσκησής του. Αυτό στηρίζεται στο

vi ημητρόπουλος Α., Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους.

vii Βενιζέλος Ε., Συνταγματικό δίκαιο


γεγονός ότι η ικανότητα άσκησης του εκλογικού δικαιώματος προβλέπει ως

προϋπόθεση την εγγραφή του πολίτη στα δημοτολόγια που λειτουργούν πλέον και ως

εκλογικοί κατάλογοι, οι οποίοι ενημερώνονται αυτόματα. Ο θεσμός αυτός είναι

γεγονός ότι αποβαίνει καθοριστικός για την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος

καθώς και για τον έλεγχο της ανόθευτης εκδήλωσης της λαϊκής κυριαρχίας. Άλλος

ένας λόγος για τον οποίο η απόκτηση του εκλογικού δικαιώματος διαφέρει από την

πραγματική ικανότητα άσκησής του είναι ότι το εκλογικό δικαίωμα ασκείται με την

αυτοπρόσωπη εμφάνιση του εκλογέα στο οικείο εκλογικό τμήμα της εκλογικής

περιφέρειας στον κατάλογο της οποίας είναι γραμμένος.

Το εκλογικό δικαίωμα των εκτός επικρατείας και των ετεροδημοτών

Υπάρχει όμως και μια κατηγορία εκλογέων οι οποίοι βρίσκονται σε αδυναμία

ή δυσκολία άσκησης του εκλογικού δικαιώματοςviii. Η πρώτη μεγάλη κατηγορία είναι

οι εκλογείς που βρίσκονται έξω από την επικράτεια. Για την πολυάριθμη αυτή

κατηγορία των πολιτών το αρθρ.51, παρ.4 παρέχει στον κοινό νομοθέτη την ευχέρεια

να ορίσει τα σχετικά με την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος. Η συγκριτική

επισκόπηση της εκλογικής νομοθεσίας των Ευρωπαϊκών κρατών ix αναδεικνύει τρεις

κατά βάση τύπου οργάνωσης της άσκησης του εκλογικού δικαιώματος από αυτούς

που βρίσκονται έξω από την επικράτεια. Πρώτον, υφίσταται η επιστολική ψήφος με

την οποία ο εκλογέας ψηφίζει δια αλληλογραφίας με φάκελο που αποστέλλεται στην

αρμόδια εφορευτική επιτροπή, ανάλογα με την εκλογική περιφέρεια στην οποία είναι

γραμμένος. εύτερον, υπάρχουν τα προξενικά εκλογικά τμήματα.

Πρόκειται για τη συγκρότηση εκλογικών τμημάτων στην αλλοδαπή, τα οποία

συγκροτούνται στα προξενεία ή στην έδρα άλλων διπλωματικών αποστολών. Τα

τμήματα λειτουργούν με την ευθύνη εκπροσώπων της δικαστικής αρχής ή

εφορευτικών επιτροπών που αποστέλλονται από τη χώρα προέλευσης. Τη λύση αυτή

έχει επιλέξει η Ελληνική εκλογική νομοθεσία προκειμένου να παρέχει τη δυνατότητα

άσκησης του εκλογικού δικαιώματος στους έλληνες πολίτες που βρίσκονται σε άλλα

κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής ένωσης. Τέλος υπάρχει και η ψηφοφορία δια

αντιπροσώπου, όταν δηλαδή το εκλογικό δικαίωμα ασκείται από άλλον εκλογέα ο

οποίος ορίζεται ως αντιπρόσωπος του ατόμου που δεν είναι σε θέση να ψηφίσει.

Σχετικά με την ψήφο των εκλογέων που βρίσκονται έξω από την επικράτεια έχει

viii Βενιζέλος Ε. , Συνταγματικό δίκαιο

ix δρόσος Γ., 1990

υποστηριχτεί η άποψη ότι με το αρθρ.51, παρ.4 επιβάλλεται η υποχρέωση του κοινού

νομοθέτη να διευκολύνει την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος για τους εκλογείς

που βρίσκονται εκτός επικρατείαςx. Με τη σχετική πρωτοβουλία του κοινού

νομοθέτη για την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος από τους εκλογείς εκτός

επικρατείας εδραιώνεται τόσο το δημοκρατικό πολίτευμα όσο και η αρχή της

καθολικότητας της ψήφου.

Επειδή όμως η διάταξη του αρθρ.5, παρ.4 ήταν επί χρόνια αδρανής, το 2001 ο

αναθεωρητικός νομοθέτης προέβη στην τροποποίησή του με στόχο την

πολιτικοποίηση των εκτός συνόρων ελλήνων και την τελειοποίηση του συστήματος

της επιστολικής ψήφου. Με τη νέα διατύπωση της παραγράφου 4 του άρθρου 51:

« Οι βουλευτικές εκλογές διενεργούνται ταυτόχρονα σε ολόκληρη την Επικράτεια.

Νόμος που ψηφίζεται με την πλειοψηφία των δύο τρίτων του όλου αριθμού των

βουλευτών μπορεί να ορίζει τα σχετικά με την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος από

τους εκλογείς που βρίσκονται έξω από την επικράτεια. #ς προς τους εκλογείς αυτούς η

αρχή της ταυτόχρονης διενέργειας των εκλογών δεν κωλύει την άσκηση του εκλογικού

δικαιώματος με επιστολική ψήφο ή άλλο πρόσφορο μέσο, εφ όσον η καταμέτρηση και η

ανακοίνωση των αποτελεσμάτων διενεργείται όποτε αυτό γίνεται και σε ολόκληρη την

επικράτεια ».

Με τη νέα αυτή διατύπωση προκύπτει ότι το σύνταγμα καθιερώνει πρώτον

την αρχή της ταυτόχρονης διεξαγωγής των εκλογών και δεύτερον ότι ο κοινός

νομοθέτης εξακολουθεί να μπορεί να ρυθμίσει την άσκηση του εκλογικού

δικαιώματος των εκτός επικρατείας πολιτών. Επίσης, προκύπτει ότι ο κοινός

νομοθέτης δεν ταυτίζεται στην περίπτωση αυτή με την εκάστοτε συνήθη

κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Το ζήτημα που καλείται να ρυθμίσει αφορά στην ίδια

τη συγκρότηση και σύνθεση του εκλογικού σώματος. Τέταρτον, η νομοθετική

ρύθμιση μπορεί να αφορά όλες τις κατηγορίες των εκτός επικρατείας ελλήνων ή

τουλάχιστον ένα τμήμα αυτών. Τέλος, η αναθεώρηση του ρθρ.51, παρ.4 δηλώνει τη

σαφή προτίμηση για την επιστολική ψήφο. Αυτή όμως είναι ενδεικτική καθώς η

συνταγματική πρόβλεψη περιλαμβάνει κάθε άλλο πρόσφορο μέσο όπως ο

διασφαλισμένος ηλεκτρονικός τρόπος άσκησης του εκλογικού δικαιώματος για το

μέλλον.

x Παπαδημητρίου Γ., 1981.


Ανάλογη δυσκολία στην άσκηση του εκλογικού δικαιώματος αντιμετωπίζουν

και οι ετεροδημότες οι οποίοι είναι γραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους άλλης

εκλογικής περιφέρειας από εκείνην στην οποία κατοικούν. Πράγματι η μετακίνηση

των ετεροδημοτών ήταν πάντοτε ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα των γενικών

βουλευτικών εκλογών. Η καθοριστική λύση για το πρόβλημα των ετεροδημοτών

δόθηκε το 2007 (αρ. 95) που θεσπίζει τη δυνατότητα των πολιτών να ψηφίζουν στην

περιφέρεια στην οποία κατοικούν τους υποψήφιους βουλευτές που είναι

εγγεγραμμένοι στην εκλογική τους περιφέρεια.


3. Έθνος

3.1 Εισαγωγή στην έννοια του έθνους


Έχοντας λοιπόν ορίσει και αναλύσει την έννοια του Λαού είναι ώρα να

αναφερθούμε στην έννοια του έθνους. Έθνος είναι σύνολο ανθρώπων με κοινή

ιστορική (όμαιμον), γλωσσική (ομόγλωσσων) θρησκευτική (ομόθρησκων) και

γενικότερα πολιτιστική καταγωγήxi. Ο ορισμός αυτός προσεγγίζει την περιγραφή της

ανθρωπολογικής έννοιας του όρου «έθνους». Το έθνος αποτελεί «σύνολο

ανθρώπων».

Σύμφωνα με άλλον πολιτειολόγο τα έθνη (nations από το λατινικό nasci που

σημαίνει γεννιέμαι) είναι σύνθετα φαινόμενα, που σχηματίζονται από πλήθος

πολιτισμικούς πολιτικούς και ψυχολογικούς παράγοντες. Πολιτισμικά ένα έθνος είναι

μια ομάδα ανθρώπων που μοιράζονται γλώσσα, θρησκεία, ιστορία και παραδόσεις.

Πολιτικά, ένα έθνος είναι μια ομάδα ανθρώπων που αντιλαμβάνονται τους εαυτούς

τους ως φυσική πολιτική κοινότητα. Ψυχολογικά, ένα έθνος είναι μια ομάδα

ανθρώπων που διακρίνεται από την κοινή αφοσίωση ή αγάπη που παίρνει τη μορφή

του πατριωτισμούxii.

Η ιδέα του έθνους είναι τόσο ευρέως αποδεκτή ώστε τα ειδοποιά

χαρακτηριστικά του σπάνια εξετάζονται ή αμφισβητούνται. Ο όρος έθνος δεν

χρησιμοποιείται πάντα με ακρίβεια και συχνά συγχέεται (Οργανισμός Ηνωμένων

Εθνών). Η δυσκολία του ορισμού του έθνους οφείλεται στο ότι έχει μία αντικειμενική

και μία υποκειμενική πλευρά στις οποίες θα αναφερθούμε στη συνέχεια.

xi ημητρόπουλος Α., Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους, σελ.4.

xii Andrew Heywood, Εισαγωγή στην Πολιτική, σελ. 159.



3.2 Η συνταγματική έννοια του έθνους

Το έθνος λοιπόν είναι καταρχάς ομόαιμον. Βασικό δηλαδή χαρακτηριστικό

του είναι η κοινή καταγωγή και ιστορία που συνεπάγεται και κοινά ήθη και έθιμα και

παραδόσεις. Επιπλέον το έθνος χαρακτηρίζεται ως «ομόγλωσσον». Είναι γεγονός ότι

οι ομοεθνείς χρησιμοποιούν την ίδια γλώσσα ή τουλάχιστον διαλέκτους προκειμένου

να επικοινωνούν αλλά και διότι η γλώσσα αποτελεί ένα προϊόν εθνικού πολιτισμού.

Τέλος το έθνος χαρακτηρίζεται και ως «ομόθρησκον». Πράγματι, ειδικά στην

παλαιότερη εποχή η θρησκεία έπαιζε μεγάλο ρόλο στη διαμόρφωση ενός έθνους και

ας μην ξεχνάμε ότι συνήθως οι εχθροί στους πολέμους είχαν και διαφορετική

θρησκεία (Έλληνες – Οθωμανοί ). Βέβαια στην εποχή μας η σημασία της θρησκείας

γενικότερα έχει μειωθεί.

Παράλληλα είναι πολύ κρίσιμο αλλά και ενδιαφέρον να αναφερθούμε στην

έννοια του έθνους στο παρόν ελληνικό σύνταγμα. Πράγματι στο σύνταγμα είναι

συχνό φαινόμενο ή έννοια του έθνους να ταυτίζεται με την έννοια του Λαού. Το

γεγονός αυτό βέβαια είναι επιστημονικά άτοπο. Ο Λαός δεν μπορεί να ταυτίζεται με

το έθνος. Για το σφάλμα όμως αυτό υπάρχει μια καλή εξήγηση που ανάγεται στα

ιστορικά χρόνια. Πράγματι, κατά την περίοδο της ελληνικής επανάστασης του 1821

αλλά και στα επόμενα χρόνια τότε που οι έλληνες διαπνέονταν από τη Μεγάλη Ιδέα,

επικρατούσε επεκτατική πολιτική και μάλιστα τα σύνορα των κρατών δεν είχαν

οριστικοποιηθεί. Χρησιμοποιώντας λοιπόν τον όρο του έθνους, διεύρυναν έμμεσα

τους επεκτατικούς τους στόχους. Με τον τρόπο αυτό κάθε περιοχή στην οποία

υπήρχε ελληνισμός θα έπρεπε να είναι υπό την αιγίδα του ελληνικού κράτους

(Σμύρνη 1920). Άλλος ένας λόγος για τη χρήση του όρου «έθνος» στο ελληνικό

σύνταγμα έχει να κάνει με τη δικτατορική επταετία που υπήρξε στην Ελλάδα. Οι

δικτατορικές κυβερνήσεις συνήθιζαν να χρησιμοποιούν τον όρο έθνος

δικαιολογώντας τις εθνικιστικές τους τάσεις και πράξεις. Μάλιστα αυτοονομάζονταν

και «εθνικές» κυβερνήσεις θέλοντας να δείξουν ότι αντιπροσωπεύουν τον ελληνισμό

όπου και αν βρίσκεται.

3.3 Τα έθνη ως πολιτισμικές και πολιτικές κοινότητες

Σύμφωνα με την άποψη που διακρίνει την έννοια του έθνους σε δύο

διαστάσεις (αντικειμενική και υποκειμενική), τα έθνη με αντικειμενικούς όρους είναι
πολιτισμικές οντότητες: ομάδες ανθρώπων που μιλούν την ίδια γλώσσα, ασπάζονται
την ίδια θρησκεία, μοιράζονται ένα κοινό παρελθόνxiii. Παρόλα αυτά είναι αδύνατον
να ορισθεί το έθνος αποκλειστικά με αντικειμενικούς όρους. Όλα τα έθνη
χαρακτηρίζονται από κάποιο βαθμό πολιτισμικής, εθνοτικής και φυλετικής
ποικιλομορφίας. Αυτό ενισχύει την άποψη ότι τελικά τα έθνη μπορούν να ορισθούν
μόνο υποκειμενικά από τα μέλη τους. Σε τελική ανάλυση, το έθνος είναι μια
ψυχοπολιτική κατασκευή. Αυτό που διακρίνει τα έθνη από κάθε άλλη ομάδα είναι ότι
τα μέλη του θεωρούν εαυτούς έθνος. Ένα έθνος υπό αυτή την έννοια αντιλαμβάνεται
τον εαυτό του ως διακριτή πολιτική κοινότητα.

Η ιδέα ότι το έθνος είναι μια εθνική ή πολιτισμική κοινότητα έχει περιγραφεί
ως η «πρωταρχική» έννοια του έθνους ( Lafont, 1968). Οι ρίζες της βρίσκονται στη
Γερμανία του τέλους του 18ου αιώνα στα κείμενα στοχαστών όπως ο Herder.
Σύμφωνα με αυτόν ο έμφυτος χαρακτήρας κάθε εθνικής ομάδας καθοριζόταν εντέλει
από το φυσικό περιβάλλον, το κλίμα και τη φυσική γεωγραφία που διαμορφώνουν
τον τρόπο ζωής, τις εργασιακές συνθήκες, τις απόψεις και τις δημιουργικές κλίσεις
ενός Λαού. Πάνω από όλα τόνιζε τη σημασία της γλώσσας για την οποία πίστευε ότι
αποελεί ενσάρκωση των ιδιαίτερων παραδόσεων και της ιστορικής μνήμης ενός
λαού.

Από τον κουλτουραλισμό του Herder συνάγεται ότι τα έθνη είναι φυσικές ή

οργανικές οντότητες που τα ίχνη τους οδηγούν στην αρχαιότητα, και τα οποία με την

ίδια λογική θα εξακολουθούν να υπάρχουν όσο υπάρχει ανθρώπινη κοινωνία. Μια

παρόμοια άποψη διατυπώθηκε από σύγχρονους κοινωνικούς ψυχολόγους που

επισημαίνουν την τάση των ανθρώπων να σχηματίζουν ομάδες προκειμένου να

αποκομίσουν το αίσθημα της ασφάλειας, της ταυτότητας και του «ανήκειν».

Το πολιτισμικό έθνος είναι ένα μέσο δια του οποίου ένας Λαός αποκτά πιο

ξεκάθαρη αίσθηση της ταυτότητάς του μέσω της ανάπτυξης της εθνικής

υπερηφάνειας και του εθνικού αυτοσεβασμού. Ο γερμανός ιστορικός Friedrich

Meinecke (1907) προχώρησε λίγο μακρύτερα και διέκρινε μεταξύ πολιτισμικών και

πολιτικών εθνών. Τα πολιτισμικά έθνη χαρακτηρίζονται από υψηλό βαθμό εθνικής

ομοιογένειας, με αποτέλεσμα την αλληλοεπικάλυψη εθνικών ταυτοτήτων. Ο

Friedrich Meinecke αναγνώρισε μεταξύ των άλλων τους έλληνες, ιρλανδούς κ.α.

Τέτοιου είδους έθνη θεωρούνται οργανικά με την έννοια ότι διαμορφώθηκαν από

xiii Andrew Heywood, Εισαγωγή στην Πολιτική, σελ. 158

15

φυσικές ή ιστορικές και όχι από πολιτικές δυνάμεις. Η δύναμη των πολιτισμικών

εθνών έγκειται στο γεγονός ότι καθώς συνέχονται από ένα ισχυρό και ιστορικό

αίσθημα εθνικής ενότητας τείνουν να είναι σταθερά και συμπαγή.

Αντίθετα, η άποψη ότι τα έθνη είναι πολιτικές οντότητες τονίζει κυρίως τα

πολιτικά καθήκοντα και τις πολιτικές δεσμεύσεις. Το έθνος νοείται έτσι ως μια ομάδα

ανθρώπων που συνέχονται κυρίως από το δεσμό της ιδιότητας του πολίτη,

ανεξάρτητα από πολιτισμικές και άλλες δεσμεύσεις. Η άποψη αυτή περί έθνους

ανάγεται συχνά στα κείμενα του Rousseau.

Σύμφωνα με μια άλλη άποψη (Hobsbanwm) ο εθνικισμός δημιουργεί τα έθνη

και όχι αντιστρόφως. Ο Benedict Anderson (1983) παρουσίασε το νεότερο έθνος σαν

μια «φανταστική κοινότητα». Ο Anderson επισήμανε ότι τα έθνη υφίστανται πιο πολύ

σα νοητικές εικόνες παρά σαν αυθεντικές κοινότητες που απαιτούν ένα βαθμό

αυτοπρόσωπης αλληλεπίδρασης για να συντηρήσουν την ιδέα μιας κοινής

ταυτότητας. Πάντως ορισμένα έθνη έχουν αναμφίβολα πολιτικό χαρακτήρα.

Ακολουθώντας τον Meinecke μπορούμε να ορίσουμε αυτά τα έθνη ως πολιτικά.

«Πολιτικό» έθνος είναι εκείνο στο οποίο η ιδιότητα του πολίτη έχει μεγαλύτερη

πολιτική σημασία από την εθνοτική ταυτότητα. Συχνά, τα πολιτικά έθνη

περιλαμβάνουν πολλές εθνοτικές ομάδες και έτσι διακρίνονται από πολιτισμική

ετερογένεια (π.χ. Μ. Βρετανία). Οι ΗΠΑ ως χώρα μεταναστών έχουν κατεξοχήν

πολυεθνικό και πολυπολιτισμικό χαρακτήρα, ο οποίος καθιστά ανέφικτη τη

συγκρότηση μιας εθνικής ταυτότητας στη βάση κοινών πολιτισμικών και ιστορικών

δεσμών. Έλλειψη αυτών αναπτύχθηκε συνειδητά ένα αίσθημα αμερικανικής εθνικής

ταυτότητας μέσω του εκπαιδευτικού συστήματος και της καλλιέργειας σεβασμού για

ένα σύνολο κοινών αξιών, ιδίως εκείνων που περιγράφονται στη ιακήρυξη της

Ανεξαρτησίας και στο σύνταγμα των ΗΠΑ.



4. Περίληψη – Συμπεράσματα

Οι λέξεις «Λαός» και «έθνος», αποτελούν δύο πρωταρχικές έννοιες στο

κοινωνικοπολιτικό μας σύστημα. Η πρώτη, έχει υποστεί μία διαίρεση, αυτή της

στενής και της ευρείας της έννοιας. Με τη στενή εννοείται το εκλογικό σώμα, ενώ με

την ευρεία, κάθε πολίτης με ελληνική ιθαγένεια. Η διαίρεση αυτή έχει γίνει αποδεκτή

από τους περισσότερους συνταγματολόγους. Αντιθέτως, η έννοια του έθνους όντας

πιο περίπλοκη και γενική ορίζεται, από τον καθένα σχεδόν, διαφορετικά. Άλλοι

αρκούνται στην κοινή καταγωγή, θρησκεία και γλώσσα ενώ την ίδια στιγμή άλλοι

πολιτειολόγοι διακρίνουν το έθνος σε πολιτισμικό και πολιτικό.

Συμπερασματικά οι δύο αυτές έννοιες δεν μπορούν ούτε να ταυτιστούν,

καθώς υπάρχουν λαοί που δεν έχουν τα χαρακτηριστικά του έθνους, αλλά ούτε και να

διαχωριστούν, καθώς αρκετοί λαοί ανταποκρίνονται στο σύνολό τους στον ορισμό

του έθνους. Μπορούν όμως προφανώς, οι δύο αυτές έννοιες, να τεθούν υπό έρευνα.

Και ας ενστερνιστεί ο καθένας την άποψη που θεωρεί πιο ορθή.

5. Conclusion – Summary

“Body politic” and “Nation” are two basic concepts for our social and political

system. The first concept has been distinguished in two meanings, the narrow and the

broad. The narrow meaning includes the constituency while the broad one includes

every citizen with Greek nationality. This division has been accepted by the most of

the constructionists. On the other side, the meaning of the term “Nation” being more

complicated and general has various definitions. According to the opinion of some

political scientists, the common origin language and religion are sufficient though

others believe that the nation has a political and a cultural part. Consequently these

two terms can’t be considered as equals, as there are body politics that don’t have the

characteristics of a nation. However these two terms can’t be completely different

because a large portion of the political body has the prerequisites to be a nation.

Nevertheless these two concepts are object of a research.



Βιβλιογραφία


1.δ ημητρόπουλος Α., «Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους», Εκδόσεις
Σάκκουλα, 2009, Αθήνα.
2. Heywood Andrew, «Εισαγωγή στην Πολιτική», Εκδόσεις Πόλις, 2002, Αθήνα.
3. δημητρόπουλος Α., «Γενική Συνταγματική Θεωρία», Εκδόσεις Σάκκουλα,
2009, Αθήνα.
4. Βενιζέλος Ε., «Μαθήματα συνταγματικού δικαίου», Εκδόσεις Σάκκουλα, 2008,
Αθήνα.
5. Παντελής Α., «Εγχειρίδιο Συνταγματικού ,ικαίου», Εκδόσεις Λιβάνη, 2007,
Αθήνα.


www.fotavgeia.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια: